Μήπως έμαθες να κάνεις ποδήλατο πριν καλά καλά μάθεις να γράφεις;
Μήπως ανήκεις σε εκείνους που έχουν πει οριστικά «αντίο» σε αυτοκίνητο και ΜΜΜ και πηγαίνουν παντού με το αγαπημένο τους δίκυκλο;
Μήπως η βόλτα με το ποδήλατο στη φύση είναι η προσωπική σου «ψυχοθεραπεία»;
Αν απάντησες θετικά σε ένα ή περισσότερα από τα παραπάνω, σου έχουμε μία διαπίστωση: είσαι cycling junkie! Και όχι άδικα! Η ποδηλασία είναι ένα αγαπημένο χόμπι μικρών και μεγάλων που συνδυάζει τα οφέλη της άσκησης με τις ευεργετικές ιδιότητες ενός χόμπι.
Παρότι το ποδήλατο άπαξ και το μάθεις δύσκολα το ξεχνάς, υπάρχει και η πιο περίπλοκη όψη του αθλήματος. Και δεν είναι άλλη από την αχανή ορολογία που κυκλοφορεί γύρω από την ποδηλασία. Εάν λοιπόν σου έχει τύχει να πιάσεις τον εαυτό σου «αδιάβαστο» σε συζητήσεις με άλλους ποδηλάτες ή έχεις ακούσει όρους που δεν έχεις ιδέα τι σημαίνουν όταν παρακολουθείς ένα event στην τηλεόραση, μην ανησυχείς καθόλου!
Ο παρακάτω οδηγός που περιέχει τη σημαντικότερη ορολογία ποδηλασίας είναι ακριβώς αυτό που χρειάζεσαι για να λυθούν όλες σου οι απορίες!
Γλωσσάρι Ποδηλατικών Όρων
Aero: Πρόκειται για συντομογραφία της αεροδυναμικής (aerodynamics). Ο όρος χρησιμοποιείται για να περιγράψει μέρη του ποδηλάτου ή του εξοπλισμού μας (όπως οι τροχοί, τα κράνη, ο ρουχισμός, ο σκελετός κλπ), τα οποία έχουν κατασκευαστεί για να προσφέρουν ελάχιστη αντίσταση στον αέρα.
Athena: Αυτός ο όρος αναφέρεται σε γυναίκες αθλήτριες άνω των 75 κιλών (σύμφωνα με τους επίσημους Κανόνες Διαγωνισμού Τριάθλου των ΗΠΑ). Αυτή η κατηγορία βάρους συναντάται συχνότερα στο τρίαθλο, αλλά εμφανίζεται και σε αγώνες ορεινής ποδηλασίας ή ακόμη και τρεξίματος. Ο σκοπός αυτής της κατηγοριοποίησης είναι να ενθαρρύνει τη συμμετοχή στο άθλημα, αφού η ποδηλασία καθίσταται δυσκολότερη με την αύξηση του βάρους.
Attack (επίθεση): Είναι η προσπάθεια κάποιος να ξεφύγει από έναν άλλο αναβάτη ή μία ομάδα ποδηλατών (peloton) επιταχύνοντας γρήγορα. Αυτή η τακτική συναντάται κυρίως στους αγώνες.
Beater: Έτσι αποκαλείται ένα παλιό ποδήλατο που έχει δει καλύτερες μέρες, αλλά εξακολουθεί να είναι ικανό για ποδηλασία και μπορεί ακόμα να χρησιμοποιηθεί για τις μετακινήσεις μας μέσα στην πόλη και μικρές βόλτες.
Bibs: Πρόκειται για ποδηλατικά shorts που διαθέτουν μπροστινό μέρος ή τιράντες αντί για ελαστική ζώνη. Οι περισσότεροι ποδηλάτες τα προτιμούν καθώς προκαλούν μικρότερη ενόχληση ή τριβή όταν βρίσκονται σκυμμένοι σε ποδηλατική θέση.
Bikepacking: Έτσι ονομάζεται η ποδηλασία μεγάλων αποστάσεων όπου ο ποδηλάτης φορτώνει όλα όσα θα χρειαστεί για το ταξίδι στο ποδήλατό του.
BMX: Είναι μια συντομογραφία για το μοτοκρός ποδηλάτων (bicycle motocross). Τα ποδήλατα BMX είναι εξαιρετικά εξειδικευμένα, συμπαγή και χρησιμοποιούνται για αγώνες ανώμαλου εδάφους ή freestyle κόλπα.
Bonk: Αυτή η λέξη είναι ένας διαφορετικός τρόπος για να δηλώσει κάποιος ότι είναι πολύ κουρασμένος για να συνεχίσει. Όταν τα αποθέματα γλυκογόνου (ουσία που αποθηκεύεται στους μύες και δίνει ενέργεια) στο σώμα εξαντληθούν, τότε οδηγούμαστε σε τέλμα. Αυτό είναι πιθανότερο να συμβεί εάν ο ποδηλάτης δεν έχει τροφοδοτήσει σωστά το σώμα του, πίνοντας αρκετό νερό ή τρώγοντας κάτι που δίνει ενέργεια πριν και κατά τη διάρκεια της διαδρομής. Όταν φτάσει κάποιος σε αυτό το σημείο, τα συμπτώματα είναι ζαλάδα, λήθαργος και κράμπες στους μύες ενώ το σωστότερο είναι να κάνει παύση της ποδηλασίας για ξεκούραση και να καταναλώσει νερό και τρόφιμα πλούσια σε υδατάνθρακες.
Βreakaway: Συμβαίνει όταν κάποιος αναβάτης ή ένα group αναβατών έχει καταφέρει να δημιουργήσει απόσταση από τo peloton.
Bunny hop: Είναι ένα κόλπο με το ποδήλατο κατά το οποίο ο αναβάτης χρησιμοποιεί τα χέρια και τα πόδια του ώστε να πηδήξει, σηκώνοντας το ποδήλατο από το έδαφος με σκοπό να αποφύγει ένα εμπόδιο ή να πηδήξει ένα κράσπεδο.
Cadence: Είναι ο ρυθμός με τον οποίο κάποιος κάνει πετάλι και μετράται σε περιστροφές ανά λεπτό.
Cassette: Είναι το σετ οδοντωτών τροχών (σετ γραναζιών σε σχήμα πυραμίδας) στον πίσω τροχό. Η αλυσίδα κινείται πάνω και κάτω σε αυτά τα γρανάζια για να κάνει την οδήγηση ευκολότερη (πχ ανηφόρες) ή πιο γρήγορη.
Chain (αλυσίδα): Είναι μία σειρά συνδέσμων η οποία μεταφέρει την ισχύ από τα πετάλια στον πίσω τροχό ώστε να κινηθεί το ποδήλατο.
Chain suck: Έτσι λέγεται το φαινόμενο κατά το οποίο η αλυσίδα κολλάει στους μπροστινούς οδοντωτούς δίσκους (chainrings). Προκαλείται από φθαρμένα γρανάζια και σκουριές όταν ασκείται μεγάλη δύναμη από τον ποδηλάτη ενώ το φαινόμενο είναι πιο έντονο κάτω από συνθήκες με λάσπη.
Chainring(s): Είναι οι κυκλικοί μεταλλικοί οδοντωτοί δίσκοι που βρίσκονται πιο κοντά στον μπροστινό τροχό και δίπλα στο δεξί μας πετάλι – ένα ποδήλατο μπορεί να έχει από 1 μέχρι και 3.
Chasers (κυνηγοί): Είναι οι αναβάτες -συνήθως σε αγώνα- που αναπτύσσουν ταχύτητα ώστε να ξεπεράσουν κάποιον άλλο αναβάτη (συνήθως τον lead rider) που βρίσκεται μπροστά τους.
Climber (grimpeur): Έτσι καλείται ο αναβάτης που ειδικεύεται στις ανηφόρες και συνήθως διαθέτει μεγάλη δύναμη συγκριτικά με το βάρος του – αυξημένη αναλογία power-to-weight ή “watts per kilogram” (w/kg). Σε αντίθεση με τους sprinters είναι συνήθως μικρότερων διαστάσεων και ελαφρύτεροι.
Clincher: Είναι η πιο συνηθισμένη μορφή ελαστικού που συναντάται στην ποδηλασία – χρησιμοποιεί το bead στην άκρη του ελαστικού για να στεγανώσει τον τροχό όταν φουσκωθεί. Η σαμπρέλα είναι ξεχωριστή.
Clipless pedals: Πρόκειται για είδος πεταλιού που κλειδώνει στο πόδι μέσω των ειδικών cleats (σχαράκια) που προσαρμόζονται στα ποδηλατικά παπούτσια για αποτελεσματικότερη μεταφορά ισχύος κυρίως στα ανηφορικά κομμάτια και τις επιταχύνσεις.
Cog (γρανάζι): Είναι ένας από τους τροχούς στην κασέτα. Ολόκληρο το σύμπλεγμα γραναζιών στον πίσω τροχό ονομάζεται κασέτα ή οδοντωτός τροχός.
Cornering: Όταν το ποδήλατο αναγκάζεται να γείρει προς μία κατεύθυνση, προκειμένου να κινηθεί γύρω από μία καμπύλη.
Crank arm (βραχίονας): Έτσι ονομάζεται το ένα από τα δυο μέρη του δισκοβραχίονα. Κάθε βραχίονας συνδέει και ένα πετάλι στην μεσαία τριβή (bottom bracket).
Criterium (ή crit): Πρόκειται για σύντομους ποδηλατικούς αγώνες που πραγματοποιούνται σε δρόμους πόλης και διαρκούν συνήθως από 30 έως 90 λεπτά. Οι αθλητές κινούνται σε διαδρομή μήκους μισού έως και 1.5 μιλίου η οποία έχει 4 – 6 στροφές. Ο αγώνας ολοκληρώνεται με την συμπλήρωση προσυμφωνημένου αριθμού γύρων.
Cross chaining (διασταυρούμενη αλυσίδα): Είναι το φαινόμενο όπου η αλυσίδα του ποδηλάτου βρίσκεται είτε στο μεγάλο δακτύλιο στο μπροστινό μέρος και στον πιο εύκολο (ή μεγαλύτερο) δακτύλιο στο πίσω μέρος ή στο μικρό δακτύλιο μπροστά και στο μικρότερο (ή πιο δύσκολο) δακτύλιο στο πίσω μέρος.
Cyclocross (γνωστή και ως CX ή cross): Έτσι ονομάζεται ο τύπος εκτός δρόμου ποδηλασίας όπου γίνεται σε μια διαδρομή με εμπόδια. Το cyclocross συνήθως αποτελείται από πολλούς γύρους μιας σύντομης διαδρομής ενώ τα εμπόδια (πχ έντονα ανηφορικά κομμάτια ή πολύ μαλακό έδαφος), αναγκάζουν τον αναβάτη να κατέβει από το ποδήλατο και να το… κουβαλήσει ώστε να τα υπερνικήσει. Πρόκειται για μία μορφή ποδηλασίας ανάμεσα στην ποδηλασία δρόμου και την off-road ενώ τα τελευταία χρόνια κερδίζει ολοένα και περισσότερη δημοτικότητα με τα cyclocross ποδήλατα να είναι παρόμοια με αυτά δρόμου με μικρές αλλαγές (πχ φαρδύτερα ελαστικά).
Drafting: Πρόκειται για την τεχνική ποδηλασίας όπου ένας αναβάτης κινείται πίσω από έναν άλλο, ώστε ο μπροστινός να κόβει την ταχύτητα/τριβή του ανέμου για τον πίσω. Είναι μία τεχνική την οποία οι ποδηλάτες συχνά εφαρμόζουν καθώς μειώνει κατά περίπου 30% την απαιτούμενη ενέργεια/προσπάθεια για τον πίσω επιβάτη εξοικονομώντας σημαντικές δυνάμεις.
Derailleur (ντεραγέ ή σασμάν): Είναι ο μηχανισμός που μετακινεί την αλυσίδα από γρανάζι σε γρανάζι, κάθε φορά που ο αναβάτης πραγματοποιεί οποιαδήποτε αλλαγή με τα shifters (μανέτες).
Downhill (κατάβαση): Το είδος ορεινής ποδηλασίας που λαμβάνει χώρα κυρίως σε απότομες κατηφορικές διαδρομές ή σε πίστες σκι όταν δεν είναι χιονισμένες. Όταν χρησιμοποιείται για την ποδηλασία εσωτερικού χώρου (indoor training), σημαίνει ότι ο ποδηλάτης μειώνει την αντίσταση στο bike trainer ώστε να προσομοιώσει τη διαδικασία κατάβασης ενός λόφου.
Drivetrain (σύστημα μετάδοσης κίνησης): Πρόκειται για το μηχανισμό που μετατρέπει την περιστροφή του πεταλιού σε κίνηση του ποδηλάτου. Αποτελείται από τα πετάλια, τους στρόφαλους, τα μπροστινά και πίσω ντεραγέ, τους δακτυλίους αλυσίδων, την κασέτα και την αλυσίδα.
Drops: Είναι το κυρτό μέρος του τιμονιού ενός ποδηλάτου που συναντάται κυρίως στα ποδήλατα δρόμου. Παρότι μπορεί να κάνουν την ανάβαση πιο δύσκολη οπότε και δεν χρησιμοποιούνται συχνά, χρησιμοποιούνται κατά κόρον σε ευθείες και κατηφορικά κομμάτια καθώς διευκολύνουν την κύρτωση του αναβάτη ώστε να επιτυγχάνεται καλύτερη αεροδυναμική και άρα μεγαλύτερη ταχύτητα κίνησης.
Endo: Αυτός ο όρος μπορεί να σημαίνει δύο πράγματα: 1) Το κόλπο της «ανάποδης σούζας», δηλαδή όταν σηκώνεται από το έδαφος ο πίσω τροχός και 2) Όταν ένας ποδηλάτης γυρίζει ανάποδα το τιμόνι, από άκρη σε άκρη.
Flat: Το σκασμένο ή εντελώς ξεφουσκωμένο λάστιχο.
Frame (σκελετός): Ο σκελετός είναι η ραχοκοκαλιά του ποδηλάτου. Τα μέρη του είναι κούφια, είναι κατασκευασμένα από διάφορα υλικά τα οποία και καθορίζουν σε σημαντικό βαθμό και το κόστος (σίδερο, αλουμίνιο, carbon κοκ) και διατίθενται σε πολλά διαφορετικά σχήματα και μεγέθη, ανάλογα με τις ανάγκες και τις απαιτήσεις κάθε ποδηλάτη.
Προτεινόμενο άρθρο: Μέγεθος Ποδηλάτου
Fenders (φτερά): Είναι ο ημικύκλιος προφυλακτήρας που αιωρείται πάνω από τον τροχό και εμποδίζει τον ψεκασμό από βρεγμένο δρόμο ή τη λάσπη.
Fixed ή fixie: Πρόκειται για τα μονοτάχυτα ποδήλατα χωρίς ελεύθερο στον πίσω τροχό (η γνωστή “κόντρα” των παιδικών μας χρόνων).
Gears (γρανάζια): Τα ποδήλατα δρόμου έχουν συνήθως δύο σετ από αυτούς τους μεταλλικούς δίσκους με δόντια, ένα στο μπροστινό μέρος (δακτύλιοι αλυσίδων – chainrings) και ένα στο πίσω μέρος (κασέτα – cassette).
Granny gear: Η ταχύτητα της… “γιαγιάς”! Αναφέρεται στην ευκολότερη “ταχύτητα” (αναλογία γραναζιών – gear ratio) στην οποία επιλέγουμε τον μικρό δίσκο μπροστά και το μεγάλο γρανάζι πίσω. Στις ευθείες μας δίνει την εντύπωση ότι… βγήκε η αλυσίδα καθώς δεν έχουμε σχεδόν καμία αντίσταση αλλά σε έντονα ανηφορικά κομμάτια, είναι σωτήρια επιλογή!
Hammer: Σημαίνει το να κάνει κάποιος πετάλι δυνατά στις μεγαλύτερες ταχύτητες, οι οποίες έχουν τη μεγαλύτερη αντίσταση και παράγουν την περισσότερη ισχύ.
Half wheel: Αυτό συμβαίνει όταν ένας αναβάτης που ποδηλατεί πίσω από έναν άλλο, πλησιάσει τόσο κοντά ώστε η μπροστική του ρόδα να έρθει στο πλάι της πίσω ρόδας του μπροστινού. Πρόκειται για μία εξαιρετικά επικίνδυνη κίνηση που μπορεί να οδηγήσει σε ατύχημα με την παραμικρή κίνηση του μπροστινού ο οποίος δεν είναι εύκολο να αντιληφθεί την κίνηση του αναβάτη που ακολουθεί.
Headset: Είναι το σύστημα ρουλεμάν (ball bearing system) στο σωλήνα κεφαλής (head tube – κούτελο) του ποδηλάτου και επιτρέπει στο τιμόνι να κινείται ώστε να κατευθύνεται ο μπροστινός τροχός.
Hub: Έτσι ονομάζεται ο κεντρικός κύλινδρος ενός τροχού ποδηλάτου που του επιτρέπει να περιστρέφεται γύρω από ένα σημείο.
Jam: Είναι η χρονική περίοδος σκληρής προπόνησης/ποδηλασίας σε υψηλή ταχύτητα/αντίσταση.
Jump (άλμα): Όταν το ποδήλατο αναπηδά κάνοντας ένα άλμα, είτε εξαιτίας της φυσιολογίας του εδάφους μιας διαδρομής είτε λόγω της τοποθέτησης τεχνητών σημείων που το προκαλούν.
LBS: Έτσι ονομάζεται το τοπικό κατάστημα ποδηλάτων (Local Bike Store) από όπου μπορεί κανείς να αγοράσει ποδήλατα, εξαρτήματα, ρουχισμό κοκ.
Helmet (κράνος): Είναι το κράνος της ποδηλασίας, το οποίο προστατεύει το κρανίο του αναβάτη από πιθανές πτώσεις.
Mountain bike: Είναι το ποδήλατο που χρησιμοποιείται στην ποδηλασία βουνού (MTB), το οποίο έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά προκειμένου να μπορεί να κινείται σε ανώμαλο έδαφος και να απορροφά τους κραδασμούς.
Palmares: Είναι η λίστα αγώνων που έχει κερδίσει ένας αναβάτης.
Pannier (καλάθι): Είναι το μικρό καλάθι που μπορεί να προστεθεί στο ποδήλατο ώστε να μεταφέρει ο αναβάτης φορτία.
Peloton (πελοτόν): Έτσι αποκαλείται το μεγαλύτερο σύνολο από ποδηλάτες οι οποίοι κινούνται ως ομάδα κατά τη διάρκεια ενός αγώνα ποδηλασίας. Αυτός ο τρόπος ποδηλασίας διευκολύνει το drafting, εξοικονομώντας ενέργεια για τους αναβάτες.
Presta: Πρόκειται για έναν τύπο βαλβίδας που συναντάται συνήθως σε σαμπρέλες υψηλής πίεσης, όπως αυτές που χρησιμοποιούνται για τα ποδήλατα δρόμου. Χαρακτηριστικό αυτής της βαλβίδας είναι ότι απελευθερώνει αέρα όταν την πιέσουμε.
PSI: Το ακρωνύμιο αυτό αντιστοιχεί σε λίβρες ανά τετραγωνική ίντσα (pounds per square inch) και περιγράφει την πίεση του αέρα στο ελαστικό.
Pull: Αυτός ο όρος σημαίνει να οδηγεί κάποιος στο μπροστινό μέρος ενός peloton. Οι αναβάτες αυτοί καταβάλλουν μεγαλύτερη προσπάθεια καθώς δεν απολαμβάνουν τα οφέλη του drafting.
Quick release (QR): Ο όρος αυτός στα ελληνικά λέγεται και πεταλούδα. Πρόκειται για έναν τύπο άξονα για εύκολη και γρήγορη εξαγωγή και τοποθέτηση των τροχών στο ποδήλατο.
Resistance (αντίσταση): Είναι η ισχύς της αντίπαλης δύναμης που ασκείται στον τροχό ενός στατικού ποδηλάτου (bike trainer). Όσο μεγαλύτερη είναι η αντίσταση, τόσο πιο δύσκολο είναι να κάνει πετάλι ο αναβάτης. Ο όρος εμφανίζεται συχνότερα στα μαθήματα ποδηλασίας σε εσωτερικούς χώρους.
Rim/Wheel: Έτσι αποκαλείται η ζάντα ή αλλιώς το στεφάνι του ποδηλάτου και μόνο. Είναι το μεταλλικό κομμάτι της ρόδας, χωρίς το λάστιχο.
Road Bike (ποδήλατο δρόμου): Είναι το ποδήλατο που έχει σχεδιαστεί ειδικά για οδήγηση στο δρόμο. Κατασκευασμένα από ανθρακονήματα, τιτάνιο, χάλυβα, αλουμίνιο ή κράμα αυτών, τα ποδήλατα αυτά διατίθενται σε μια σειρά σχημάτων και μεγεθών για να ταιριάζουν στις ανάγκες και το σώμα του αναβάτη. Είναι ιδανικό για την ανάπτυξη μεγάλων ταχυτήτων.
Roadie: Είναι ένα παρατσούκλι για τους ποδηλάτες που είναι «αφοσιωμένοι» στην ποδηλασία δρόμου.
Road rash: Είναι τα σημάδια που προκαλούνται από μικροατυχήματα κατά την ποδηλασία, όπως οι γρατσουνιές, τα κοψίματα και τα εγκαύματα.
Road tires (ελαστικά): Ένας όρος που δεν πρέπει να συγχέεται με τους τροχούς. Τα ελαστικά είναι απλώς το ελαστικό τμήμα του τροχού, δηλαδή τα λάστιχα. Τα ελαστικά δρόμου είναι συνήθως πολύ στενά και ομαλά (μικρότερη αντίσταση κύλησης) για να επιτυγχάνουν μεγαλύτερη ταχύτητα, σε αντίθεση με τα μεγάλα, τρακτερωτά λάστιχα που συναντάμε στα ποδήλατα βουνού ή off-road.
RPM: Το ακρωνύμιο σημαίνει στροφές ανά λεπτό (revolutions per minute) ή αλλιώς ο αριθμός των πεταλιών που κάνει ένα ποδηλάτης ανά λεπτό οδήγησης.
Saddle (σέλα): Είναι μία άλλη ονομασία για το κάθισμα του ποδηλάτου. Οι σέλες φημίζονται για το ότι είναι άβολες, γι’ αυτό είναι σημαντικό κάθε ποδηλάτης να επιλέξει εκείνη που του ταιριάζει καλύτερα, για ένα άνετο ταξίδι.
Schrader: Πρόκειται για έναν ακόμη τύπο βαλβίδας που συναντάται στα περισσότερα ελαστικά (συμπεριλαμβανομένων και των ελαστικών αυτοκινήτου). Χρησιμοποιείται για το φούσκωμα της σαμπρέλας.
Shifter: Είναι ένα εξάρτημα με το οποίο ο αναβάτης ελέγχει τους μηχανισμούς αλλαγών ταχυτήτων. Συνήθως είναι συνδεδεμένο με το ντεραγέ με συρματόσχοινο αλλά εδώ και αρκετά πλέον χρόνια κυκλοφορούν και σε ηλεκτρονικές/ασύρματες εκδοχές με τις εταιρίες SRAM & Shimano να κυριαρχούν στην κατηγορία.
SPD: Το ακρωνύμιο σημαίνει Shimano Pedaling Dynamics και περιγράφει ένα σχέδιο clipless πεταλιού, όπου ένα μικρό στήριγμα δύο οπών του πεταλιού εφαρμόζει σε μία εσοχή στην ειδική σόλα του παπουτσιού του ποδηλάτη.
Spokes (ακτίνες): Είναι οι ράβδοι που συνδέουν το κέντρο του τροχού με την εξωτερική άκρη της ζάντας.
Steerer tube: Είναι το μέρος του πιρουνιού που εισέρχεται στο κούτελο του σκελετού και χρησιμοποιείται ώστε να ενώνεται το πιρούνι (fork) με το τιμόνι του ποδηλάτου.
Stem (λαιμός): Είναι το μέρος (component) του ποδηλάτου που συνδέει το τιμόνι με τον σωλήνα διεύθυνσης.
Time trial (TT): Είναι ένας αγώνας δρόμου ενάντια στο χρόνο. Αυτό το format αγώνων μπορεί να γίνεται ατομικά (ITT) είτε ομαδικά (TTT), με τη χρήση αεροδυναμικών ποδηλάτων και ειδικά σχεδιασμένα κράνη και ρουχισμό. Οι αναβάτες εκκινούν με διαφορά χρόνου από 30 δευτερόλεπτα μέχρι και 5 λεπτά ενώ νικητής του αγώνα είναι αυτός με τον μικρότερο χρόνο.
Tubeless tires: Είναι το σύστημα τροχών που περιλαμβάνει ένα ελαστικό σφιχτά στερεωμένο στη στεφάνη χρησιμοποιώντας ένα υγρό στεγανωτικό ή “ζουμί” (sealant). Το υλικό αυτό εξαλείφει την ανάγκη για εσωτερική σαμπρέλα και επιτρέπει στο ποδήλατο να τρέχει με πολύ χαμηλή πίεση ελαστικών χωρίς να ξεφουσκώνουν τα λάστιχα.
Tubular tires: Είναι ποδηλατικά λάστιχα τα οποία έχουν την σαμπρέλα ενσωματωμένη στο λάστιχο. Στα ποδήλατα αυτά τα στεφάνια είναι ειδικά και διαφέρουν από τα στεφάνια για τα συμβατικά ελαστικά. Μπορούν να φουσκωθούν σε πολύ μεγάλες πιέσεις για αγωνιστική χρήση.
V-brakes: Είναι ο τύπος φρένων που συναντάμε στα περισσότερα ποδήλατα (τουλάχιστον μέχρι πρότινος καθώς η μόδα και οι επιδόσεις πλέον επιτάσσουν disc brakes). Είναι εύκολα στην ρύθμιση, χρειάζονται σχεδόν μηδενική συντήρηση ενώ προσφέρουν ικανοποιητικό φρενάρισμα.
Velodrome: Είναι η οβάλ πίστα ποδηλασίας για αγώνες για track cycling.
Wheelie (σούζα): Είναι ένα κόλπο με το ποδήλατο που περιλαμβάνει το σήκωμα του μπροστινού τροχού από το έδαφος. Ο ποδηλάτης βρίσκει ένα σημείο ισορροπίας και κάνει πετάλι κρατώντας τον τροχό ψηλά ενώ κινείται προς τα εμπρός για όσο περισσότερο χρόνο μπορεί.
Με τον παραπάνω εύκολο οδηγό, δεν υπάρχει τίποτα που να σε σταματά από το αγαπημένο σου άθλημα. Ρίξε λοιπόν μία ματιά και οι συζητήσεις για την ποδηλασία θα σου φαίνονται πλέον παιχνιδάκι!